top

Εθνικός Κήρυξ - 1η Δεκεμβρίου 2010

Άνοιγμα του Σπυρίδωνα προς τον Βαρθολομαίο

Του Θεόδωρου Καλμούκου

Ο Αρχιεπίσκοπος π. Αμερικήs Σπυρίδων, ο οποίοs μίλησε στον «Ε.Κ.» για την Αρχιεπισκοπή, τη θεολογική Σχολή, τη Μονή Χρυσοβαλάντου, την Ομογένεια, τη διαδοχή του Δημητρίου.

ΒΟΣΤΩΝΗ. Ο Αρχιεπίσκοπος πρώην Αμερικής Σπυρίδων με συνέντευξή του στον «Εθνικό Κήρυκα» για πρώτη φορά επιχειρεί προσέγγιση με το Οικουμενικό Πατριαρχείο από το 1999 που απήλθε από τον Αρχιεπισκοπικό Θρόνο της Αμερικής, ενώ ομίλησε ανοικτά για την Αρχιεπισκοπή, τη Θεολογική Σχολή, τη Μονή Χρυσοβαλάντου, την Ομογένεια.

Ο Αρχιεπίσκοπος Σπυρίδων βρέθηκε το περασμένο Σαββατοκύριακο στη Βοστώνη, όπου τέλεσε το ετήσιο μνημόσυνο του φίλου του Λυκούργου Κοντάκη, όπως έγραψε χτες ο «Ε.Κ.».

Στην ερώτηση «αν σας προσκαλέσει το Πατριαρχείο να μεταβείτε εκεί για μία απόπειρα μιας καινούργιας συνάντησης και πορείας, θα ανταποκριθείτε;», είπε, πως «οι συναντήσεις και ο διάλογος αναμφισβήτητα οικοδομούν. Ευπρόσδεκτη επομένως κάθε συνάντηση και κάθε διάλογος επιθυμητός».

Στην επισήμανση ότι έχει γνώσεις και εμπειρίες και δεν έχει δικαίωμα να παραμένει εκτός ενεργού υπηρεσίας, ο Αρχιεπίσκοπος Σπυρίδων ανέφερε πως «το είπα και άλλοτε, ό,τι είχα να προσφέρω, το έχω ήδη προσφέρει στην Εκκλησία μου.Τώρα είναι η σειρά των νεοτέρων με τον μεγάλο ενθουσιασμό και τον ιερό ζήλο. Το μέλλον ανήκει σ' αυτούς».

Σχετικά με το αν του λείπει η Ομογένεια, τόνισε ότι «προέρχομαι από τα σπλάχνα της Ομογένειας. Είμαι παιδί της γνήσιο κι αυθεντικό. Επιπλέον, συνδέομαι δια φιλίας με αμέτρητους ομογενείς φίλους, καλούς και πιστούς. Την αγαπώ την Ομογένεια και ναι, την αποζητώ. Φυσικό είναι να μου λείπει».

Ο Αρχιεπίσκοπος Σπυρίδων παρακολουθεί στενά την πορεία της Εκκλησίας και της Ομογένειας. «Εξακολουθώ να παρακολουθώ εκ του σύνεγγυς και με αμείωτο ενδιαφέρον τις εξελίξεις στο χώρο της Εκκλησίας της Αμερικής και ευρύτερα της Ομογένειάς μας. Κάθε βήμα προόδου που σημειώνεται στο χώρο αυτό αποτελεί αφορμή ειλικρινούς χαράς, όπως ακριβώς αποτελεί αφορμή λύπης και κάθε ένδειξη οπισθοδρόμησης και αποτυχίας», είπε.

Στην ερώτηση «βλέποντας τώρα τα πράγματα με άλλο μάτι έπειτα από έντεκα χρόνια από την αποχώρησή σας από την Αρχιεπισκοπία, ποια πράγματα, κινήσεις ή αποφάσεις σας θα κάνατε διαφορετικά;», απάντησε πως «κάθε εποχή κρίνεται με βάση τις δικές της ανάγκες και ανησυχίες. Την εποχή εκείνη ήταν άλλες οι προτεραιότητες. Τότε πρυτάνευε η έντονη ανησυχία για τον ραγδαίο αφελληνισμό της Ομογένειας και τη διατήρηση της Εκκλησίας μας μακριά από ξένες ομολογιακές και κοσμικές επιρροές. Οι αποφάσεις που είχαν ληφθεί τότε, υπήρξαν ανάλογες και δεν νομίζω να μπορούσαν να ήταν διαφορετικές».

Στην ερώτηση αν υπάρχουν κάποια πράγματα για τα οποία μετάνιωσε που έκανε ή που δεν έκανε, σημείωσε πως «δεν υπάρχει χώρος για μεταμέλεια και μετάνοια όταν, ως υπεύθυνος κληρικός, καλείσαι να πάρεις δύσκολες και σοβαρές αποφάσεις, όσο σκληρές και δύσληπτες και αν θεωρηθούν από τους μη υπεύθυνους. Τις παίρνεις τις αποφάσεις και αναλαμβάνεις την ευθύνη τους μέχρι τέλους».

Για τη Μονή Χρυσοβαλάντου είπε, ότι «θλίβομαι για όσα ακούονται τον τελευταίο αυτό καιρό για τη Μονή και προπαντός για τους σκανδαλιζόμενους πιστούς. Θέλω μόνο να πιστεύω πως η αλήθεια είναι διαφορετική από τις ανεξέλεγκτες και ανεύθυνες διαδόσεις». Και συμπλήρωσε: «λυπάμαι ακόμη διότι είχα διαδραματίσει πρωτεύοντα ρόλο στην ένταξη της Μονής και των Μετοχίων της στη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου μας. Ευχή μου είναι να καταλαγιάσουν τα πάθη, να πρυτανεύσει η λογική και να επανέλθει επιτέλους η ειρήνη και η τάξη στη Μονή».

Στην ερώτηση «είχατε γνώση τότε ότι υπήρχαν τέτοια θέματα παρεκτροπών γενικώς που αποκαλύφτηκαν τώρα;», απάντησε ότι «ουδείς είχε υπόψιν του, ούτε η Αρχιεπισκοπή ούτε το Πατριαρχείο, όσα τώρα επιμόνως διαδίδονται», ενώ για το τι δέον γενέσθαι, επεσήμανε πως «είμαι βέβαιος πως η Ιερά Σύνοδος του Πατριαρχείου, που έχει αρμοδίως επιληφθεί του θέματος και γνωρίζει όλες τις λεπτομέρειες, θα εξεύρει την πρόσφορη λύση».

Ερωτηθείς τι πιστεύει για την ομοφυλοφιλία στον κλήρο όλων των βαθμίδων, ο Αρχιεπίσκοπος Σπυρίδων είπε ότι «πιστεύω ό,τι πιστεύουν και όλοι οι Ορθόδοξοι πιστοί ανά τον κόσμο. Πιστεύω σ’ όσα γράφονται σχετικά στην Αγία Γραφή και μάλιστα στην Α’ Προς Κορινθίους και την Α’ Προς Τιμόθεον. Πιστεύω σ’ όσα ορίζονται σχετικά στους Ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας μας», ενώ στην ερώτηση αν θα χειροτονούσε κάποιον εγνωσμένο κίναιδο, υπογράμμισε πως «η τεκμηριωμένη ομοφυλοφιλία αποτελεί, σύμφωνα με την Κανονική Πράξη της Εκκλησίας, ανυπέρβλητο κώλυμα χειροτονίας».

Αναφορικά με το πώς θα σχολίαζε το γεγονός ότι η Αρχιεπισκοπή έχει πληρώσει σε αποζημιώσεις θυμάτων παιδεραστών και κίναιδων κληρικών πάνω από 18 εκατομμύρια δολάρια από το έτος 2000 μέχρι σήμερα, ο Αρχιεπίσκοπος Σπυρίδων υποστήριξε πως «μόνο λύπη μπορώ να εκφράσω για το γεγονός, διότι πέραν απ’ το τεράστιο οικονομικό βάρος το οποίο καλούνται οι πιστοί να επωμισθούν με τον οβολό τους, θίγονται ανεπανόρθωτα το γόητρο και η αξιοπιστία της Εκκλησίας μας. Σε τελευταία ανάλυση το παραπάνω γεγονός αποτελεί ένα επιπλέον δείκτη της πνευματικής κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει ο εκκλησιαστικός μας βίος».

Κληθείς να σχολιάσει σε τι πορεία βρίσκεται η Θεολογική Σχολή σήμερα, απάντησε: «στην πορεία που όλοι γνωρίσαμε και γνωρίζουμε. Ολοι περιμένουμε να διακρίνουμε κάποια έστω και θαμπά σημεία ακαδημαϊκής και πνευματικής αναγέννησης. Περιμένουμε πάντα...».

Για την απόκτηση της τουρκικής υπηκοότητας από ιεράρχες που υπηρετούν εκτός Τουρκίας, σχολίασε ότι γίνεται «πολύς θόρυβος για ασημαντότητα. Αδυνατώ μέχρι σήμερα να αντιληφθώ πώς το υπόψη θέμα απέκτησε τόση σπουδαιότητα τη στιγμή που όσοι αρχιερείς αποκτούν την τουρκική υπηκοότητα δεν στερούνται της αρχικής τους ιθαγενείας. Απλώς αποκτούν μια υπηκοότητα επιπλέον». Στην ερώτηση «αν είσαστε σήμερα Αρχιεπίσκοπος Αμερικής θα γινόσασταν Τούρκος υπήκοος με το δικαιολογητικό για το συμφέρον του Πατριαρχείου και τη διαδοχή του Πατριάρχη όταν έλθει η ώρα», απάντησε ότι «θα έπραττα ό,τι είναι προς συμφέρον του Πατριαρχείου».

Αναφορικά με το αν έχει την αίσθηση ότι το σημερινό Πατριαρχείο βρίσκεται στα προτελεύτεια, υποστήριξε πως «πολλοί θεωρούν πως το τέλος εγγύς, εγγύτατα. Δεν ανήκω σ' αυτούς. Το Πατριαρχείο είναι θεσμός αιωνόβιος και οι θεσμοί του είδους δεν καταλύονται από μια μέρα στην άλλη λόγω περιστασιακών δυσχερειών ή αντιξοοτήτων πολιτικού χαρακτήρα. Εξακολουθώ να παραμένω αισιόδοξος για το μέλλον του Πατριαρχείου, για την αδιάκοπη συνέχιση της ιεράς αποστολής του στον τόπο όπου το έταξαν η Ιστορία και η ευσέβεια των πιστών». Σχετικά με το αν έχει κάποιες προτάσεις για το μέλλον του Πατριαρχείου, τόνισε πως «η πρότασή μου δεν μπορεί να είναι άλλη από την ευχή του σώματος των πιστών: Ταγμένο εκεί που το έταξαν οι αιώνες να συνεχίσει να εκπέμπει το ισχυρό του φως όπως ο φάρος πάνω στο ψηλό θαλασσόδαρτο βράχο».

Αναφορικά με το αν θα μπορούσε να γίνει και μία δεύτερη έδρα του εκτός Τουρκίας, στη Νέα Υόρκη ή στην Ουάσιγκτον λόγου χάρη, είπε: «Βέβαια, θα μπορούσε να γίνει κι αυτό. Ίσως μάλιστα να διευκόλυνε ορισμένα πράγματα από πρακτικής πλευράς. Ίσως ακόμη και να εξυπηρετούσε τα αδιαφανή σχέδια άλλων παραγόντων. Αλλά αυτό θ' αποτελούσε όχι πλέον το προοίμιο αλλά τον επίλογο του τέλους».

Στην ερώτηση, αν νομίζει ότι τελικά δεν θα αποφευχθεί η Αυτοκεφαλία στην Αμερική, υπογράμμισε ότι «δεν έχει τεθεί τέτοιο θέμα. Αλλά και να τεθεί, δεν γνωρίζω ποια θα είναι η έκβαση μιας προσπάθειας για αυτοκεφαλοποίηση της Αρχιεπισκοπής ή των Ορθοδόξων της Αμερικής δεδομένης της νέας διοικητικής δομής της Αρχιεπισκοπής, αλλά και της νέας πραγματικότητας που έχει διαμορφωθεί μετά τις σχετικές αποφάσεις της τελευταίας Πανορθοδόξου Διασκέψεως. Βέβαια, είναι γνωστό ότι επί δεκαετίες, ιδίως στο χώρο του Κλήρου μας και μιας Οργανώσεως Λαϊκών, έχουν επιμόνως προπαγανδισθεί τα αγαθά που θα απέφερε δήθεν η αυτοκεφαλοποίηση. Εγώ αγαθά δε βλέπω, μόνο μεγαλύτερη απομάκρυνση από τις εκκλησιαστικές και εθνικές μας ρίζες».

Σχετικά με τις παρεκκλησιαστικές οργανώσεις ελλαδικές και εγχώριες, ο Αρχιεπίσκοπος Σπυρίδων τόνισε: «Οπως υποδηλώνει ο όρος ‘παρεκκλησιαστικός’ οι οργανώσεις αυτού του τύπου, αν και απαρτίζονται από μέλη της Εκκλησίας, πάρα ταύτα υφίστανται και δρουν παράλληλα προς την Εκκλησία, δηλαδή ανεξάρτητα από την Εκκλησία. Δεν είναι ενσωματωμένες στην Εκκλησία και οι δραστηριότητές τους δεν είναι οργανικά συνυφασμένες με το όλο έργο της. Οι οργανώσεις αυτές θα μπορούσαν ίσως να ενταχθούν κάποτε στην Εκκλησία, ιδίως εκείνες που χαρακτηρίζονται για κάποια ιδιαίτερη προσφορά, όπως συμβαίνει σ' ανάλογες περιπτώσεις και στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία».

«Τι είναι ο Ελληνισμός για σας;», ρωτήθηκε, για να απαντήσει: «τρόπος σκέψεως και ζωής. Είναι μια ξεχωριστή αφορμή για υπερηφάνεια και ιδιαίτερη κλήση προς ενσάρκωση των ευγενεστέρων ιδεωδών που παρήγαγε η ιστορία της ανθρωπότητας. Το να είσαι Ελληνας σήμερα είναι και πρόκληση και ευθύνη».

Στην ερώτηση «είχατε όνειρα για την Ελληνική Παιδεία και ποια ήταν;», απάντησε πως «επιθυμία όλων ήταν και είναι τα παιδιά της Ομογένειάς μας να καταστούν φορείς των διαχρονικών μηνυμάτων του Ελληνισμού. Προς τούτο θα χρειαζόταν ένα νέο εκπαιδευτικό σύστημα που μαζί με μια εκσυγχρονισμένη διδασκαλία της Ελληνικής, θα καθιστούσε τους εδώ ελληνόπαιδες γνώστες της ελληνικής ιστορίας και γενικότερα του ελληνικού πολιτισμού. Βέβαια, ένα τέτοιο εκπαιδευτικό σύστημα θα 'πρεπε να 'ναι απότοκο των μακροχρόνιων εμπειριών, θετικών και αρνητικών, των ομογενειακών σχολικών μας δομών».

Σχετικά με το αν το ισχύον διοικητικό σύστημα της Μητροπολιτοποίησης έχει πληγώσει την ενότητα της Εκκλησίας και της Ομογένειας εδώ, υπογράμμισε, πως «υπεστήριξα στο παρελθόν και υποστηρίζω σήμερα ότι το ισχύον διοικητικό σύστημα της ‘Μητροπολιτοποίησης’, η διοικητική δηλαδή κατάτμηση της μιας και ενιαίας Αρχιεπισκοπής σε πολλαπλές Μητροπόλεις, δεν αποτελεί το ιδεωδέστερο μέσο προς προαγωγή της ενότητας που τόσο χρειάζεται η Ομογένεια για να επιβιώσει στο πολυπολιτισμικό και πολυθρησκειακό τοπίο της Αμερικής». Ερωτηθείς τι θα πρότεινε, είπε ότι «θα έπρεπε νομίζω να είχε μελετηθεί το θέμα σφαιρικά και να είχε βρεθεί κάποιο άλλο πληρέστερο σχήμα που α) να εξυπηρετεί τους θεμιτούς εκκλησιαστικοπολιτικούς σκοπούς που επιδιώκει να επιτύχει το Φανάρι με το σύστημα της ‘Μητροπολιτοποίησης’ και που β) να συμβάλλει στην προαγωγή της ενότητας της Ομογένειας σ’ όλα τα επίπεδα».

Στην ερώτηση «ο σημερινός Αρχιεπίσκοπος Δημήτριος άγει προς το 83ο έτος της ηλικίας του. Έχετε κάποιον υπόψη σας που θα μπορούσε να τον διαδεχθεί; Θα προτείνατε ένα ή δύο πρόσωπα;», απάντησε: «Νομίζω πως οι εικοτολογίες γύρω από το θέμα της διαδοχής του Αρχιεπισκόπου είναι πρόωρες. Σε τελευταία ανάλυση αποτελούν απρέπεια και έλλειψη σεβασμού προς τον Αρχιεπισκοπικό θεσμό και προς το πρόσωπο του σημερινού Αρχιεπισκόπου ειδικότερα. Είμαι πάντως βέβαιος πως οι μνηστήρες πολλοί, εξ Αμερικής τε και Ευρώπης. Και ίσως δεν λείψουν και οι εκπλήξεις, ως συνήθως συμβαίνει στις περιπτώσεις αυτές».

Όσον αφορά την Ελλάδα και την πορεία που βρίσκεται, ο Αρχιεπίσκοπος Σπυρίδων επεσήμανε ότι «είναι διάχυτη ανάμεσα στους Ελληνες, Ελλαδίτες και μη, η ανησυχία για τη σημερινή οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα. Φοβάμαι πως περισσότερο ανησυχητικά προδιαγράφονται τα ενδεχόμενα επακόλουθα μιας τέτοιας οικονομικής εξαθλίωσης και χρεοκοπίας. Ασφαλώς θα έχει οδυνηρές επιπτώσεις και στα εθνικά μας θέματα. Θέλω να πιστεύω πως θα εξαχθούν χρήσιμα διδάγματα απ' αυτήν την οικονομική κατολίσθηση ώστε να επανέλθει το συντομότερο η χώρα σε κανονική τροχιά και να χαραχθεί μια νέα ανοδική πορεία προόδου και ευημερίας».


[ Εθνικός Κήρυξ - 1η Δεκεμβρίου 2010 - σσ. 1 και 7 ]
[ Εθνικός Κήρυξ | www.ekirikas.com/article/74147 | 30 Νοεμβρίου 2010 ]